Συγκριτική προτυποποίηση (Benchmarking)

Η συγκριτική προτυποποίηση (benchmarking) είναι η συστηματική αναγνώριση, μελέτη και εφαρμογή εναλλακτικών πρακτικών και τεχνικών τις οποίες εφαρμόζουν άλλες επιχειρήσεις για την επίτευξη άριστων αποτελεσμάτων.

Αποτελεί εργαλείο προγραμματισμού και συνίσταται στο γεγονός ότι το management μιας επιχείρησης μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα σε επίπεδο διοίκησης και παραγωγής μέσω της ανάλυσης και υιοθέτησης μεθόδων δράσης που ακολουθούν οι ανταγωνιστικές ή μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις ηγέτες.

Η συγκριτική προτυποποίηση (benchmarking) είναι η συστηματική αναγνώριση, μελέτη και εφαρμογή εναλλακτικών πρακτικών και τεχνικών τις οποίες εφαρμόζουν άλλες επιχειρήσεις για την επίτευξη άριστων αποτελεσμάτων.

Αποτελεί εργαλείο προγραμματισμού και συνίσταται στο γεγονός ότι το management μιας επιχείρησης μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα σε επίπεδο διοίκησης και παραγωγής μέσω της ανάλυσης και υιοθέτησης μεθόδων δράσης που ακολουθούν οι ανταγωνιστικές ή μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις ηγέτες.

Η MACTUR αναγνωρίζει (υιοθετεί) τη συγκριτική προτυποποίηση σαν μια ορθολογική/μεθοδική έρευνα για ανεύρεση τρόπων που βοηθούν τις επιχειρήσεις να οργανώσουν αποτελεσματικότερα το σύνολο των διεργασιών των. Με βάση τους Pitts και Lei οι επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια εφαρμογής της συγκριτικής προτυποποίησης ακολουθούν τέσσερα (04) βήματα, ήτοι:

  1. Αναγνώριση εκ μέρους των στελεχών της επιχείρησης των εσωτερικών διαδικασιών που χρειάζονται βελτίωση.
  2. Προσπάθεια εντοπισμού των εταιριών-προτύπων που θεωρούνται οι πλέον επιτυχημένες στο πλαίσιο των προαναφερθεισών διαδικασιών.
  3. Έναρξη των επαφών σε managers της προς μελέτη επιχείρησης για ανταλλαγή απόψεων σχετικών με τις εμπειρίες τους, τα προβλήματα που αντιμετώπισαν και τις λύσεις που έδωσαν.
  4. Προσπάθεια μίμησης των παραγόντων και των τρόπων δράσης που οδηγούν σε υψηλότερη απόδοση και βελτίωση της ποιότητας.

Τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της συγκριτικής προτυποποίησης είναι:

  1. Ο εντοπισμός των δυνατοτήτων και των αδυναμιών μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων.
  2. Η καταγραφή της πραγματικής θέσης της εταιρείας απέναντι στις άλλες.
  3. Η επιτάχυνση των διαδικασιών της αναδόμησης, της αναδιάρθρωσης και του ανασχεδιασμού.
  4. Η αναζήτηση τρόπων βελτίωσης της δράσης έξω από τα στενά πλαίσια της επιχείρησης.
  5. Η βελτίωση της ποιότητας του (ενδο)επιχειρησιακού περιβάλλοντος.

Κύριο μειονέκτημα της μεθόδου είναι η μη εγκυρότητα σε πολλές περιπτώσεις των παρεχόμενων δεδομένων της εταιρείας πρότυπο για παραπλάνηση της επιχείρησης μελετητή.

Θέλετε βοήθεια;

Έχουμε τις λύσεις που χρειάζεστε. Μιλήστε σήμερα μαζί μας.